Ιστορικές Μαρτυρίες. Μυρωνίδου Αγγελική


"Γεννήθηκα στο Αμιρχάν του Καρς. Ο γονείς μου είχαν πάει στο ρωσοκρατούμενο Καύκασο το 1877. Η πατρίδα τους ήταν η Χερίανα του Πόντου. Εφυγαν για να γλυτώσουν από την καταπίεση των Τούρκων. Στην περιοχή του Καρς ζούσαν 70.000 Ελληνες. Είμασταν μια ανθούσα κοινότητα. Στα μέρη μας έγιναν οι φονικότερες συγκρούσεις μεταξύ του ρωσικού και του τουρκικού στρατού στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Θυμάμαι, μικρό παιδί ήμουν τότε, τους χιλιάδες Τούρκους στρατιώτες που είχαν βρει το θάνατο από το πολύ κρύο καθώς προσπαθούσαν να ανέβουν από τα βουνά μας για να αιφνιδιάσουν τους Ρώσους. Μετά το 1918 στην περιοχή του Καρς εμφανίστηκαν ελληνικά στρατιωτικά σώματα από τους ντόπιους Ελληνες. Υπήρχε μεγάλος ενθουσιασμός. Τα τραγούδια τους ήταν πατριωτικά και μιλούσαν συνέχεια για την Ελλάδα. Περίμεναν ότι σύντομα θα έρθει ελληνικός στρατός. Ολοι τότε πιστεύαμε ότι ήρθε η ώρα να ελευθερωθούμε. Τα πράγματα όμως ήρθαν αλλοιώτικα. Στη Ρωσία, λόγω της μεγάλης φτώχειας και της αθλιότητας, πήραν την εξουσία οι μπολσεβίκοι. Τα δικά μας μέρη τα έδωσαν στους Τούρκους. Ετσι γίναμε πρόσφυγες. Για τέσσερα χρόνια γυρνούσαμε μέσα στη Ρωσία, στη φωτιά του εμφυλίου πολέμου. Πολλοί Ελληνες πρόσφυγες πέθαναν από τις κακουχίες και τις αρρώστειες. Εμείς ζήσαμε τον πιο πολύ χρόνο στην Ανάπα. Στην Ελλάδα ήρθαμε την άνοιξη του 1922. Αιτία ήταν η γιαγιά μας που έλεγε "Στην Ελλάδα θέλω να πάω και ας πεθάνω!". Και πράγματι μόλις φτάσαμε στην Ελλάδα μας έβαλαν για δύο μήνες καραντίνα στο Μακρονήσι. Η γιαγιά μου δεν άντεξε πολύ. Πέθανε και τη θάψαμε εκεί. Μετά κάτσαμε σε αντίσκοινα στα Λιπάσματα στον Πειραιά. Από `κει πήγαμε στο Αγρίνιο. Η φτώχεια μας ήταν πολύ μεγάλη. Στην αρχή ζητιανεύαμε για να ζήσουμε. Από το Αγρίνιο πήγαμε στο Κιλκίς, σ' ένα χωριό που το έλεγαν Σταυροχώρι. Ηταν πολύ δύσκολα χρόνια. Χιλιάδες πρόσφυγες πέθαναν. Μόλις συνήλθαμε λίγο οικονομικά έγινε ο πόλεμος. Ο άντρας μου σκοτώθηκε πολεμώντας στα βουνά της Αλβανίας..."