"Οι γυναίκες ανάβουν τους φούρνους, ζυμώνουν, ψήνουν ψωμί, το κάνουν φρυγανιές και παξιμάδια, κάνουν μακαρίνα (σ.τ.σ. μακαρόνια), γεμίζουν βαρελάκια ή τενεκέδες με βούτυρο και τυριά κ.λπ. Οι άντρες γεμίζουν σακιά με αλεύρι και σιτάρι, σφάζουν με σπαραγμό της καρδιάς τους τα εκλεκτά τους ζώα, ψήνουν σε μεγάλα καζάνια το κρέας τους και το κάνουν καβουρμάδες και με το λίπος μαζί το βάζουν σε βαρελάκια ή πήλινα δοχεία... Στις 12 Μαρτίου το πρωί έγινε η τελευταία θεία λειτουργία. Είχαν παρευρεθεί όλοι σχεδόν οι χωριανοί. Ήταν κάτι το ανεπανάληπτο. Τα πλήθη προσεύχονταν, προσκυνούσαν και με τρεμάμενο χέρι άναβαν το στερνό τους κερί. Κατάμεστη η εκκλησία από πιστούς, κατάμεστο και το μεγάλο προαύλιό της και οι πέρα απ' αυτό δρόμοι. Οι πιστοί παρακολούθησαν με κατάνυξη και θρησκευτική ευλάβεια τη θεία λειτουργία. Στο τέλος το χριστεπώνυμο, το αγνό πλήθος, το γεμάτο αγωνία, θλίψη και πόνο, αγκαλιάζεται, θρηνεί, σταυροκοπιέται και χύνονται πολλά δάκρυα αληθινά. Σύσσωμοι με σπαραγμό ψυχής ικετεύουν τον Άγιο να τους προστατεύσει, να τους βοηθήσει να φτάσουν όσο το δυνατόν ανώδυνα και γρήγορα στον προορισμό τους, στη φωτεινή Ελλάδα, για να ησυχάσουν και οι κατοπινές γενιές από τους συνεχείς ξερριζωμούς μ' όλα τα φρικτά επακόλουθα..."