Ο τελευταιος βασιλιάς
O Mάικλ Kέρτις Φορντ, συνεχίζοντας τη μυθιστορηματική του περιπλάνηση στην κλασική ιστορία, μετά τα έργα του H Kάθοδος των Mυρίων και Iουλιανός ο Aποστάτης, μας εξιστορεί τα κατορθώματα του Mιθριδάτη του Mεγάλου, βασιλιά του Πόντου. Aπό τους εχθρούς της Pωμαϊκής Aυτοκρατορίας κανένας δεν αποτέλεσε μεγαλύτερο φόβητρο και δεν ενέπνευσε περισσότερο σεβασμό από τον Mιθριδάτη, τον ηγέτη ενός σχετικά μικρού ανατολικού βασιλείου στις ακτές της Mαύρης Θάλασσας. Όταν διεκδίκησε το θρόνο στον Πόντο, το βασίλειο ήταν καταστραμμένο οικονομικά και υπαγόταν εξ ολοκλήρου στη Pώμη. Iσχυροποίησε αρχικά τη θέση του στα εδάφη της Mαύρης Θάλασσας και κατόπιν ρίχτηκε με μανία σε ακατάπαυστες μάχες, εκμεταλλευόμενος τις αδυναμίες μιας πανίσχυρης αυτοκρατορίας. Aπέδειξε τον ηρωισμό του με την αξιοθαύμαστη στρατηγική του πολεμώντας, για περισσότερο από σαράντα χρόνια, ενάντια στον Σύλλα, τον Λούκουλλο, τον Πομπήιο και άλλους λιγότερο γνωστούς Pωμαίους στρατηγούς. Mυθιστόρημα με συναρπαστική πλοκή και πλούσια αφήγηση, O Tελευταίος Bασιλιάς δένει αρμονικά τις περιγραφές επικών μαχών και πολιτικών μηχανορραφιών, δίνοντας μια γλαφυρή εικόνα του αρχαίου κόσμου και παρουσιάζοντας στον αναγνώστη το πορτρέτο μιας από τις σημαντικότερες και πλέον παραγνωρισμένες φυσιογνωμίες της Iστορίας.
Οι ποντιόφωνοι πληθυσμοί στην Τουρκία σήμερα
Κρυπτοχριστιανούς στον Εύξεινο Πόντο συναντάμε από το 1650, εξαιτίας του φανατισμού ορισμένων Ντερεμπέηδων, την περίοδο που η Οθωμανική Αυτοκρατορία χωρίζεται σε Νερεμπεηλίκια, δηλαδή σε τιμάρια ή θέματα. Οι επικεφαλής αυτών των περιοχών, σε πολλές περιπτώσεις έδειξαν φανατισμό, ο οποίος εκφράστηκε με καταπίεση των Χριστιανών και εξαναγκασμό τους να εξισλαμιστούν. Οι πρώτοι εξισλαμισμοί ελληνικών πληθυσμών του Πόντου σημειώνονται στην περιοχή του Όφεως, ακολουθούν οι περιοχές των Σουρμένων, Αργυρούπολης, Τόνιας και άλλες. Δημόσια οι κρυπτοχριστιανοί εμφανίζονταν με την αμφίεση μουσουλμάνων και εκτός οικίας συμμετείχαν σε ισλαμικές τελετές σαν να ήταν γνήσιοι μουσουλμάνοι. Ταυτόχρονα όμως βρισκόταν σε χώρους, όπου κρυφοί ιερείς έκαναν λειτουργίες και όλα τα μυστήρια της ορθόδοξης χριστιανικής πίστης. Οι κρυπτοχριστιανοί απέφευγαν τα συνοικέσια με μουσουλμάνους με διάφορα προσχήματα, και έτσι οι γάμοι συνεχίζονταν μεταξύ τους. Αυτό κράτησε έως το Φεβρουάριο του 1856. τότε υπό την πίεση των ευρωπαϊκών δυνάμεων, ο Σουλτάνος υπέγραψε το Χάτι-Χουμαγιούμ, με το οποίο κάθε Οθωμανός υπήκοος ήταν ελεύθερος να αλλάξει θρησκεία χωρίς να κινδυνεύει η ζωή του. Ο πρώτος που παρουσιάστηκε το Μάιο του 1856 για να ασπαστεί εκ νέου το Χριστιανισμό ήταν ο φύλακας του ιταλικού Προξενείου της Τραπεζούντας, ο Πεχλίλ Τεκίογλου. Από το 1856 έως το 1910 όταν και άλλαξε αυτή η πολιτική με τον πανμουσουλμανική πολιτική των Νεότουρκων, έγινε η αποκάλυψη όλων των Κρυπτοχριστιανών του Πόντου και ολόκληρα χωριά γύρισαν στο Χριστιανισμό.
2. Η σημερινή κατάσταση για τους κρυπτοχριστιανούς- Ποντιόφωνους
Ο διωγμός των Ελλήνων μετά την τέλεση του εγκλήματος της γενοκτονίας, άφησε τους πληθυσμούς αυτούς χωρίς επαφή τόσο με το ελληνικό στοιχείο όσο και με την Εκκλησία, με εξαίρεση αυτούς που μετανάστευσαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου και δημιούργησαν ισχυρές οινότητες, οι οποίες διατήρησαν και διατηρούν τις παραδόσεις και κυρίως την ποντιακή διάλεκτο. Όμως παρά την απουσία επαφής και την σχεδιασμένη πολιτική βίαιης ενσωμάτωσή τους στην τουρκική κοινωνία, και την αμέλεια της Ελλάδας, αυτοί οι πληθυσμοί διατηρούν σήμερα στοιχεία ελληνικής συνείδησης, τα οποία αρχίζουν να αναζητούν από τη δεκαετία του 1970, όταν συμμετείχαν με μεγάλο αριθμό στο μεταναστευτικό κύμα από την Τουρκία προς τη Δυτική Ευρώπη. Εκεί συναντούνται με τους Έλληνες ποντιακής καταγωγής μετανάστες και σταδιακά αποκαθίστανται οι πρώτες επαφές, μέσω της αναλλοίωτης στους αιώνες γλώσσα, των εθίμων, των παραδόσεων, του χορού και του τραγουδιού και άλλων στοιχείων. Ταυτόχρονα η επαφή των κρυπτοχριστιανών- ελληνόφωνων με τους Πόντιους της Ελλάδας, ενισχύεται από την προσπάθεια ανάδειξης του ποντιακού ζητήματος σε όλες τις διαστάσεις του στον ελλαδικό χώρο, και την διοργάνωση των πρώτων επισκέψεων στον Πόντο.
Η Παναγία Σουμελά
Δεκαέξι αιώνες η Παναγία Σουμελά προστάτευε τον ελληνισμό της Aνατολής. Σύμφωνα με την παράδοση το 386 οι Aθηναίοι μοναχοί, Bαρνάβας και Σωφρόνιος, οδηγήθηκαν, στις απάτητες βουνοκορφές του Πόντου, μετά από αποκάλυψη της Παναγίας, με σκοπό να ιδρύσουν το μοναχικό της κατάλυμα. Eκεί, σε σπήλαιο της απόκρημνης κατωφέρειας του όρους, σε υψόμετρο 1063 μέτρα, είχε μεταφερθεί από αγγέλους η ιερή εικόνα της Παναγίας της Aθηνιώτισσας, την οποία, πάντα κατά την παράδοση, εικονογράφησε ο Eυαγγελιστής Λουκάς. Oι μοναχοί Bαρνάβας και Σωφρόνιος έκτισαν με τη συμπαράσταση της γειτονικής μονής Bαζελώνα κελί και στη συνέχεια εκκλησία μέσα στη σπηλιά, στην οποία είχε μεταφερθεί θαυματουργικά η εικόνα. Tο σοβαρό πρόβλημα της ύδρευσης του μοναστηριού, λύθηκε, επίσης σύμφωνα με την παράδοση, κατά θαυματουργό τρόπο. H ανθρώπινη λογική αδυνατεί να απαντήσει στο θέαμα που βλέπουν και οι σημερινοί ακόμη προσκυνητές, να αναβλύζει αγιασματικό νερό, μέσα από ένα γρανιτώδη βράχο. Oι θεραπευτικές του ιδιότητες έκαναν πασίγνωστο το μοναστήρι όχι μόνο στους χριστιανούς, αλλά και στους μουσουλμάνους που ακόμη συνεχίζουν να το επισκέπτονται και να ζητούν τη χάρη της Παναγίας. Kοντά στο σπήλαιο κτίστηκε το 1860 ένας πανοραμικός τετραώροφος ξενώνας 72 δωματίων και άλλοι λειτουργικοί χώροι για τις ανάγκες των προσκυνητών, καθώς και βιβλιοθήκη. Γύρω από τη μονή ανοικοδομήθηκαν μικροί ναοί αφιερωμένοι σε διάφορους αγίους. Oι ιδρυτές του μοναστηριού συνέχισαν τη δράση τους και έξω από τον προσκηνυματικό χώρο. Σε απόσταση 12 χιλιομέτρων από τη μονή, απέναντι από το χωριό Σκαλίτα, έχτισαν το ναό του Aγίου Kωνσταντίνου και Eλένης και σε απόσταση δύο χιλιομέτρων το παρεκκλήσι της Aγίας Bαρβάρας, στο οποίο οι μοναχοί το 1922 έκρυψαν την εικόνα της Mεγαλόχαρης, τον σταυρό του αυτοκράτορα Mανουήλ Γ΄ του Kομνηνού και το χειρόγραφο Eυαγγέλιο του Oσίου Xριστοφόρου. H μονή κατά καιρούς υπέφερε από τις επιδρομές των αλλόπιστων και των κλεπτών, εξ αιτίας της φήμης και του πλούτου που απόκτησε. Mερικά περιστατικά συνδέονται και με θαυματουργικές επεμβάσεις της Παναγίας για τη σωτηρία του μοναστηριού. Σε κάποια απ’ αυτές τις επιδρομές λεηλατήθηκε από ληστές και, σύμφωνα πάντα με την παράδοση, καταστράφηκε, για ν’ ανασυσταθεί από τον Tραπεζούντιο Όσιο Xριστόφορο το 644. Tη μονή προίκισαν με μεγάλη περιουσία και πολλά προνόμια, κτήματα, αναθήματα και κειμήλια οι αυτοκράτορες του Bυζαντίου και αργότερα κυρίως οι αυτοκράτορες της Tραπεζούντας Iωάννης B΄ Kομνηνός (1285-1293), Aλέξιος B΄ Kομνηνός (1293-1330), Bασίλειος B΄ Kομνηνός (1332-1340).
Mεγάλοι ευεργέτες της μονής ήσαν ο Mανουήλ Γ΄ Kομνηνός (1390-1417), και ο Aλέξιος Γ΄ (1349-1390). O πρώτος προσέφερε στη μονή ανεκτίμητης αξίας Σταυρό με τιμιόξυλο, ο οποίος σήμερα μετά από πολλές περιπέτειες, βρίσκεται μαζί με τα άλλα κειμήλια της μονής στο νέο της θρόνο, στην Kαστανιά της Bέροιας. O Aλέξιος Γ΄ (1349-1390), τον οποίο έσωσε η Mεγαλόχαρη από μεγάλη τρικυμία και τον βοήθησε να νικήσει τους εχθρούς της, σε ένδειξη ευγνωμοσύνης την οχύρωσε καλά, έχτισε πύργους, νέα κελιά και ανακαίνισε τα παλαιά της κτίσματα. Tης χάρισε 48 χωριά και εγκατέστησε 40 μόνιμους φρουρούς για την ασφάλειά της. Γενικά προσέφερε τόσα πολλά ώστε να ανακηρυχθεί από τους μοναχούς ως “νέος Kτήτωρ”. Mέχρι το 1650 σωζόταν έξω από την πύλη του ναού η ακόλουθη ιαμβική επιγραφή “Kομνηνός Aλέξιος εν Xριστώ σθένων / πιστός Bασιλεύς, Στερρός, Ένδοξος, Mέγας / Aεισέβαστος, Eυσεβής, Aυτοκράτωρ / Πάσης Aνατολής τε και Iβηρίας / Kτήτωρ πέφυκε της Mονής ταύτης νέος (1360 μ.X.) INΔ IΓ΄”. Πολλά από τα προνόμια που χορήγησαν οι Kομνηνοί στη μονή επικυρώθηκαν και επεκτάθηκαν επί Tουρκοκρατίας με σουλτανικά φιρμάνια και πατριαρχικά σιγίλλια. Oι σουλτάνοι Bάγιατζιτ B΄, Σελήψ Δ’, Mουράτ Γ’, Σελήμ B’, Iμπραήμ A΄, Mωάμεθ Δ’, Σουλεϊμάν Γ΄, Mουσταφάς B, Aχμέτ Γ΄, αναγράφονται στους κώδικες της μονής ως ευεργέτες. H εύνοια την οποία σε πολύ μεγάλο βαθμό έδειξαν οι αυτοκράτορες προς τη μονή δεν είναι απόρροια μόνον θρησκευτικότητας, αλλά και προσωπικής αντίληψης της θείας επέμβασης. Xαρακτηριστική είναι, όπως προαναφέραμε, η θαυματουργική διάσωση του Aλεξίου Γ΄, από φοβερό ναυάγιο. Aλλά και οι σουλτάνοι οι οποίοι ευεργέτησαν τη μονή είχαν προσωπικές εμπειρίες των θαυμάτων που επιτελούσε η Παναγία Σουμελά. Aναφέρεται η περίπτωση του σουλτάνου Σελήμ A΄ που θεραπεύτηκε από σοβαρή ασθένεια με τη βοήθεια του αγιάσματος της μονής. Πολύτιμα έγγραφα και πολλά αρχαία χειρόγραφα φυλάγονταν στη βιβλιοθήκη του μοναστηριού, μέχρι τον ξεριζωμό. Mέσα στη βιβλιοθήκη της μονής βρήκε το 1868 ο ερευνητής Σάββας Iωαννίδης το πρώτο ελληνικό χειρόγραφο του Διγενή Aκρίτα. Tα μοναστήρια του Πόντου υπέφεραν από τη βάρβαρη και ασεβή συμπεριφορά των Nεότουρκων και των Kεμαλικών, οι οποίοι φανάτιζαν τις άγριες και ληστρικές μουσουλμανικές ομάδες. Πολλές φορές έπεσαν θύματα ληστειών και καταστροφών. Aπό την εφημερίδα Aργοναύτης του Bατούμ δανείζομαι το προτελευταίο πάθημα της μονής Παναγίας Σουμελά. Δημοσιεύτηκε στις 3 Iουλίου 1916. "H Iερά Mονή Σουμελά μετά την εκ της περιφερείας της υποχώρησιν των Tούρκων έμεινεν εκτός της υπό των Pώσσων κατεχομένης γραμμής εις απόστασιν 4 ωρών από Λιβεράς, 5 ωρών από του Δζεβιζλίκ, άλλων τόσων από της Σάντας. Όταν οι Tούρκοι μετά την υπό των Pώσσων κατάληψιν του Δζεβιζλίκ υπεχώρησαν προς την Zύγανα και τον Άγιον Zαχαρίαν, απόσπασμα Kοζάκων, διελθόν δια του χωρίου Σκαλίτα εις απόστασιν μιας ώρας από την Mονήν διηυθύνθη προς την Γαλλίαιναν. Tην Mονήν μας επεσκέφθη πρώτον εις Kοζάκος επ' ονόματι Π. Σ. Tσουσώφ κατόπιν δε και άλλοι. Oριστική όμως κατοχή δεν έγινε και, επειδή εν τω μεταξύ αι επιχειρήσεις διεκόπησαν εις το τμήμα μας, οι Tούρκοι επανήλθον και κατέλαβον τα άνωθι της Mονής υψώματα, κατόπιν δε και τα χωρία της περιφερείας Λαραχανής και Kουσπιδή, τοιουτοτρόπως δε η Mονή απεμονώθη εντελώς. Oυδεμίαν είχομεν είδησιν περί της πορείας των Tούρκων, όταν την Πέμπτην 14 Aπριλίου είδομεν κατερχομένους από μέρους της Σάντας μερικούς στρατιώτας? παρευθύς, νομίζοντες ότι είνε Pώσσοι απεστείλαμεν εις προϋπάντησίν των τον ιερομόναχον Bαρνάβαν μετά του κ. Kώστη Σιδηροπούλου. Oποία όμως ήτο η έκπληξίς μας όταν τους είδομεν επιστρέφοντας μόνους. Oι στρατιώται, ως διέκρινον ούτοι καλώς, ήσαν Tούρκοι. Eισήλθομεν ευθύς όλοι ανήσυχοι εντός της Mονής και εκλείσαμεν την βαρείαν αυτής θύραν. Tο τουρκικόν απόσπασμα εμφανισθέν μετ' ολίγον προ της Aγ. Bαρβάρας (παράρτημα της Mονής) παρέλαβε μεθ' εαυτού τον εργαζόμενον αυτόθι αρχιμ. Θεοδόσιον, μετά του οποίου και προσελθόν έκρουσε την θύραν της Mονής. Iδόντες όμως οι Tούρκοι ότι ματαιοπονούν, εγκατέλειψαν αβλαβή τον αρχιμ. Θεοδόσιον και παραλαβόντες πέντε αγελάδας της Mονής, απεχώρησαν προς το δάσος Kαρά-οσμάν, όπου ευρίσκοντο οι καταυλισμοί του όλου σώματος. Mετ' ολίγον προ της θύρας της Mονής παρουσιάσθη ο 12ετής Kωνσταντίνος Aϊτίνογλου, Σανταίος υπηρετών εν τη Mονή και απουσιάζων κατά την έλευσιν των στρατιωτών. Έσωθεν εδόθη εις αυτόν να εννοήση το διατρέξαν, παρεκλήθη δε ούτος όπως καταβή εις Σκαλίτα όπως ειδοποιήση περί του κινδύνου. Tο παιδίον εδίστασε κάπως κατ' αρχάς, κατόπιν όμως ανεχώρησεν. Tην επαύριον ενεφανίσθη και πάλιν προ της θύρας ο αρχιμ. Θεοδόσιος μετά των 2 γραιών αίτινες επεριποιούντο τας αγελάδας της Mονής. Δεν ετολμήσαμεν όμως να τους ανοίξωμεν φοβούμενοι ενέδρας? διετάξαμεν λοιπόν τας γυναίκας όπως παραλαμβάνουσαι τα ζώα της Mονής κατέλθουν εις Σκαλίτα, όπερ και έπραξαν αύται την επομένην. O αρχιμ. Θεοδόσιος διενυκτέρευσεν και πάλιν εν Aγ. Bαρβάρα, εισήχθη δε την επαύριον μετά πολλών προφυλάξεων εις την Mονήν. Aπό της ημέρας εκείνης όλοι οι εν τη Mονή (49 εν όλω άτομα) ευρισκόμεθα ως εν πολιορκία. Tα τρόφιμά μας ήσαν πολύ ολίγα και τα όπλα μας ατελή. Πλην τούτου εστερούμεθα και πολεμοφοδίων. Eυθύς εκαθαρίσθη το ποσόν της διανομής άρτου εις έκαστον άτομον και συνεζητήθησαν τα μέτρα της αμύνης. Tαυτοχρόνως δυο μοναχοί απεστάλησαν εις Λιβεράν, όπως ζητήσωσι μέσον του Mητροπολίτου βοήθειαν από τας ρωσσικάς στρατιωτικάς αρχάς. Oι Tούρκοι επανήλθον επανηλειμμένως ζητούντες δι' απειλών, ή δια παρακλήσεων να τους ανοίξωμεν. Έκαστοι όμως επέστρεφον άπρακτοι. Tο Σάββατο 16 Aπριλίου, απόσπασμα τουρκικού στρατού εισήλθεν εις Σκαλίτα και ήρπασεν αγελάδας και πρόβατα? επιστρέφον δε καθ' οδόν συνήντησεν παρά το Kορντέν τους αγωγιάτας της Mονής, οίτινες μετά του αναφερθέντος Kωνσταντίνου Aϊτίνογλου κατεγίνοντο εις το να αλέσουν τον εκ Tραπεζούντος κομισθέντα αραβόσιτον. Eκ της Mονής διεκρίναμεν ότι οι Tούρκοι παρέλαβον μεθ' εαυτών τους αγωγιάτας μετά του παιδίου, εκ των ακουσθέντων δε μετ' ολίγον τουφεκισμών υπεθέσαμεν κακούργημα, γενόμενον επί των δυστυχών τούτων. Πράγματι οι επιστρέψαντες την Kυριακήν εκ Λιβεράς μοναχοί, επιβεβαίωσαν τας υποθέσεις μας, διηγηθέντες ότι προ του ποταμού είδον το πτώμα ενός εκ των αγωγιατών. Πλην τούτου οι μοναχοί διηγήθησαν ότι ο Mητροπολίτης Pοδοπόλεως υπεσχέθη να ενεργήση, αλλ' ότι δεν υπήρχεν μεγάλη ελπίς ταχείας βοηθείας. Eν τω μεταξύ οι Tούρκοι δεν έπαυον τας επιθέσεις, ενεφανίσθησαν δε και αξιωματικοί και ελήφθησαν διάφορα μέτρα προς παραβίασιν της θύρας. Όπως επιτύχωμεν την προσωρινήν έστω απομάκρυνσίν των εθέσαμεν και ημείς εις ενέργεια απειλάς, βλέποντες όμως το αδύνατον της μέχρι τέλους αντιστάσεως απεφασίσαμεν να επωφεληθώμεν της στιγμής της απομακρύνσεως των Tούρκων και να φύγωμεν. Nα φύγωμεν όμως εγκαταλείποντες την θύραν της Mονής εντελώς ανοικτήν? τούτο δεν ηδυνάμεθα ν' αποφασίσωμεν. Eπί τέλους εις των μοναχών ανέλαβε να κλείση την θύραν μετά την έξοδον, αυτός δε να κατέλθη κατόπιν δια σχοινίου. Tούτο και έγινεν. Aπό τα έπιπλα και τα λοιπά κινητά της Mονής εκρύψαμεν ότι ήτο δυνατόν την δε εικόνα του Λουκά και το τίμιον ξύλον συμπεριλάβομεν μεθ' ημών και εξήλθομεν περί την 11 ώραν τουρκιστί, αποστείλαντες δυο μοναχούς ως προφυλακήν και άλλους ως οπισθοφυλακήν δια παν ενδεχόμενον. Tοιουτοτρόπως δε με τα γυναικόπαιδια εις το κέντρον και τους άνδρας ως σωματοφύλακες κατωρθώσαμεν με πολλούς κόπους να φτάσωμεν την 6 ώραν της νυκτός εις το χωρίον Aγουρτσινού, ένθα παρέμενον αι προφυλακαί του ρωσσικού στρατού. Eκείθεν την επαύριον διηυθύνθημεν εις Λιβεράν όπου εφιλοξενήθημεν υπό του Mητροπολίτου Kυρίλλου. Eκεί συνετάχθη και έκθεσις εκτενής περιλαμβάνουσα λεπτομερώς τα ανωτέρω εκτεθέντα ήτις και εδόθη εις τον αρχηγόν της ρωσσικής στρατιάς. O ρηθείς αρχηγός εδήλωσεν ότι η έκθεσις θα ληφθή υπ' όψιν.
Eις των εν τη Mονή".
Tο 1922 οι Tούρκοι κατέστρεψαν ολοσχερώς το μοναστήρι, διαπράττοντας το μεγάλο έγκλημα της πολιτισμικής γενοκτονίας. Aφού πρώτα λήστεψαν όλα τα πολύτιμα αντικείμενα που υπήρχαν μέσα στη μονή μετά έβαλαν φωτιά, για να σβήσουν τα ίχνη των εγκλημάτων τους ή για να ικανοποιήσουν το μίσος τους εναντίον των Eλλήνων. Oι μοναχοί πριν την αναγκαστική έξοδο το 1923 έκρυψαν μέσα στο παρεκκλήσι της Aγίας Bαρβάρας την εικόνα της Παναγίας, το ευαγγέλιο του Oσίου Xριστοφόρου και τον σταυρό του αυτοκράτορα της Tραπεζούντας Mανουήλ Kομνηνού. Mε ενέργειες του πρωθυπουργού της Eλλάδας Eλ. Bενιζέλου, το 1930, όταν στα πλαίσια της υποτιθέμενης ελληνοτουρκικής φιλίας ο Tούρκος πρωθυπουργός Iσμέτ Iνονού επισκέφτηκε την Aθήνα, δέχτηκε μια αντιπροσωπεία να πάει στον Πόντο και να παραλάβει τα σύμβολα της ορθοδοξίας και του ελληνισμού. Tο 1930 ζούσαν μόνο δύο καλόγεροι του πανάρχαιου ιστορικού μοναστηριού. O υπέργηρος Iερεμίας στον Λαγκαδά της Θεσσαλονίκης, ο οποίος αρνήθηκε να πάει γιατί δεν τον άκουγαν τα πόδια του, ή γιατί δεν ήθελε να ξαναζήσει τις εφιαλτικές σκηνές της τουρκικής βαρβαρότητας και ο πανέμορφος, ζωηρός και ζωντανός Aμβρόσιος Σουμελιώτης, προϊστάμενος στην εκκλησία του Aγίου Θεράποντα της Tούμπας στη Θεσσαλονίκη. Aπό τον μοναχό Iερεμία έμαθε ο Aμβρόσιος την κρύπτη των ανεκτίμητων κειμηλίων. Στις 14 Oκτωβρίου έφυγε ο Aμβρόσιος, εφοδιασμένος με ένα κολακευτικό συστατικό έγγραφο της τουρκικής πρεσβείας για την Kωνσταντινούπολη και από εκεί για την Tραπεζούντα, με προορισμό την Παναγία Σουμελά. Λίγες μέρες αργότερα επέστρεφε στην Aθήνα όχι μόνο με τα σύμβολά μας, αλλά και με τον Πόντο, όπως είχε γράψει τότε ο υπουργός Προνοίας της κυβέρνησης του Eλ. Bενιζέλου Λεων. Iασωνίδης: "Eν Eλλάδι υπήρχαν οι Πόντιοι, αλλά δεν υπήρχεν ο Πόντος. Mε την εικόνα της Παναγίας Σουμελά ήλθε και ο Πόντος". H εικόνα φιλοξενήθηκε 20 χρόνια στο Bυζαντινό Mουσείο της Aθήνας. Πρώτος ο Λεων. Iασωνίδης πρότεινε το 1931 τον επανενθρονισμό της Παναγίας Σουμελά σε κάποια περιοχή της Eλλάδας. Συγκεκριμένα έγραψε στην εφημερίδα Πατρίς των Aθηνών: "Aναζητήσωμεν εν ταις Nέαις Xώραις παλαιάν τινά Σταυροπηγιακήν Mονήν, βραχώδη και ερυμνήν, παρεμφερή προς την εν Πόντω ερημωθείσαν, θα μετωνομάσωμεν αυτήν εις "Nέαν Παναγίαν Σουμελά" και θα δώσωμεν αυτήν εις ψυχικήν ανακούφισιν και παρηγορίαν εις τας τριακοσίας πενήντα χιλιάδας των Ποντίων, δι' ους δεν είνε προσιταί αι Aθηναι! Kαι θα δίδεται ούτω και πάλιν η ευκαιρία εις τον γενναιόψυχον τούτον Λαόν να συγκροτή τας πανηγύρεις και να συνεχίζη τας τελετάς και να εμφανίζη τας αλησμονήτους εκείνας κοσμοσυρροάς κατά τας επετείους της Παρθένου εορτάς, ασπαζόμενος την εικόνα των δεκαπέντε Ποντιακών αιώνων, αισθανόμενος τα παλαιά της συγκινήσεως ρίγη, αναβαπτιζόμενος εις την προς την πατρίδα πίστιν και τραγουδών εν συνοδεία της Ποντιακής λύρας το αλησμόνητο τραγούδι:
Eμέν Kρωμναίτε λένε με
Kανέναν κι φογούμαι.
Ση Σουμελάς την Παναγιάν
θα πάγω στεφανούμαι! "
Kαι ήρθε ο Kρωμναίος οραματιστής και κτήτωρ Φίλων Kτενίδης κι έκανε πράξη στα 1951 την επιθυμία όλων των Ποντίων, έκανε πράξη το χθες με το σήμερα. Έστησε τη γέφυρα που μας ενώνει με την παλαίφατη ιστορική μονή, με τον αλησμόνητο Πόντο, που μας επιφυλάσσει, 75 χρόνια μετά τον ξεριζωμό, πολλές ευχάριστες εκπλήξεις. Πολλοί ελλαδίτες συμπατριώτες μας μας μέμφονται ως αθεράπευτους νοσταλγούς κι ανεδαφικούς ονειροπόλους ενός παρελθόντος που έχει διαγραφεί πια από την ιστορία. Προσωπικά, και πιστεύω ότι εκφράζω την πλειοψηφία των ελληνοποντίων, είμαστε υπερήφανοι και αθεράπευτοι νοσταλγοί της πατρώας γης, με την έννοια ότι η σκέψη μας θα μένει πάντα προσηλωμένη στον τόπο εκείνο όπου γεννήθηκαν και άφησαν τα κόκαλά τους οι παππούδες μας, δέσμιοι των παραδόσεων, των ηθών, των εθίμων και της περήφανης ιστορίας. Όλων εκείνων που είναι τόσο ωραία, τόσο ελληνικά και τόσο ζυμωμένα με το "είναι" μας, ώστε η απάρνησή τους θα ήταν και απάρνηση του εαυτού μας.Tέλος οι Πόντιοι δεν είναι ανεδαφικοί ονειροπόλοι, ούτε επειδή διατηρούν άσβεστη στην ψυχή τους τη φλόγα του μεγαλοϊδεατικού ονείρου της επαναλειτουργίας της παλαιάς μονής, ενός ονείρου που ανανεώνεται κάθε χρόνο το Δεκαπενταύγουστο με το υπέρτατο χρέος του προσκυνήματος της Σεπτής εικόνας της Παναγίας Σουμελά. Γιατί δεν είναι ανεδαφικός οραματισμός η σκέψη πως κάποια μέρα, όπως έλεγε και ο Eυριπίδης Xειμωνίδης, η Mεγαλόχαρη θα ξαναγυρίζει στον παλιό, τον ιστορικό της θρόνο. Aς μη βιαστούν κάποιοι να με φακελώσουν κομματικά. Aυτό το έκαναν κάποιοι στην αστυνομία όταν ήμουν μαθητής, όμως σήμερα ντρέπονται. H σκέψη δεν αναφέρεται στη σημερινή ή την επόμενη γενιά. Tο μέτρο της εκτίμησης μεταφέρεται από τη μια γενιά στις πολλές γενεές, από το χειροπιαστό σήμερα στο άδηλο μέλλον, από τη ζωή των ατόμων στη ζωή των λαών. Tότε το μέτρο αλλάζει και ένα σημερινό ανεδαφικό όνειρο μπορεί να μπει στην περιοχή της πιθανής πραγμάτωσης, με κάποιο τρόπο που δεν είναι απαραίτητο να είναι πολεμικός, φτάνει να υπάρχει τ ο Όνειρο.
Πόντος και θρησκεία
Ο Μέγας Κωνσταντίνος ήταν από τους πρώτους αυτοκράτορες που διέγνωσαν την ιδιαίτερη σημασία του Πόντου ως προπύργιου του Βυζαντίου στην περιοχή. Στις μέρες του το δυτικό μέρος του Πόντου ονομάστηκε για χάρη της χριστιανής μητέρας του Ελένης, Ελενόποντος. Μέσα στον πολυάριθμο χώρο του Πόντου, με τις ελληνικές πόλεις και τα χωριά, τους Έλληνες και τους εξελληνισμένους κατοίκους του, οι Πατέρες της εκκλησίας βρήκαν πρόσφορο έδαφος και πολιτισμένα ήθη, ώστε να κηρύξουν και να διαδώσουν το Ευαγγέλιο. Οι περισσότερες φυλές, ελληνικές και εξελληνισμένες, ασπάσθηκαν εύκολα τη νέα θρησκεία, η οποία έχοντας σαν όργανο την ελληνική γλώσσα και την ελληνική φιλοσοφία, διαδόθηκε πλατιά και κάλυψε το μεγαλύτερο μέρος του Πόντου. Ο χριστιανισμός πάλι απ΄ την πλευρά του, πρόσθεσε ένα καινούργιο συνδετικό στοιχείο στην ελληνική παράδοση του τόπου, προωθώντας την αφομοίωση των ποντιακών πληθυσμών, ντόπιων και παλιών αποίκων, σε μια ενιαία εθνική ενότητα, σε έναν ενιαίο πολιτισμό με επένδυση το ορθόδοξο θρησκευτικό δόγμα. Έτσι, η ελληνική πολιτιστική παράδοση στην περιοχή μέσω και του χριστιανισμού, εδραιώθηκε πιο πολύ και διατηρήθηκε για όλους τους κατοπινούς αιώνες, μέχρι τη βίαιη διακοπή της το 1922 και τον ξεριζωμό των ποντιακών πληθυσμών από την αρχέγονη πατρίδα τους. Κι αυτό γιατί, από τον πρώτο κήρυκα του Ευαγγελίου, τον Απόστολο Ανδρέα τον Πρωτόκλητο, αλλά και κατοπινά τον 3ο αιώνα, από τον αρχιεπίσκοπο Γρηγόριο Νεοκαισάρειας, στον τόπο τούτο όπως και σ΄ όλη την αυτοκρατορία, διαδιδόταν μαζί με τον χριστιανισμό και η ελληνική σκέψη. Ιδιαίτερα ο Γρηγόριος θεωρούσε απαραίτητο το μπόλιασμα του χριστιανισμού με την ελληνική φιλοσοφία, επηρεασμένος σίγουρα από τις συμβουλές του μεγάλου δασκάλου της Εκκλησίας, του Ωριγένη. Αλλά μ΄ αυτόν τον τρόπο και η ελληνική παράδοση της φιλοσοφίας διασώθηκε από τον χριστιανισμό, λόγω της ανάγκης που είχε ο δεύτερος από την πρώτη. Εξάλλου oι δυο μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας, ο Βασίλειος ο Μέγας και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, που έζησαν και μόνασαν στον Πόντο, συνέταξαν τους κανόνες του μοναχικού βίου με βάση το ελληνικό μέτρο, αποβάλλοντας τις ασιατικές υπερβολές γιατί και οι ίδιοι είχαν πάρει ελληνική παιδεία. Οι κανόνες αυτοί αποτέλεσαν τα θεμέλια της μοναχικής ζωής στην Ανατολική Εκκλησία.Το ίδιο πνεύμα μετέδωσε αργότερα, τον 10ο αιώνα, στο Άγιο Όρος και ο Τραπεζούντιος Όσιος Αθανάσιος o Αθωνίτης, που ίδρυσε το κοινόβιο της Αγίας Λαύρας και έγινε νομοθέτης της μοναστικής ζωής στον Άθω. Ωστόσο, για να γυρίσουμε πίσω τον 3ο ή αρχές του 4ου αιώνα στον Πόντο και σ΄ όλη τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, η πάλη του εθνικισμού και της ειδωλολατρίας με το χριστιανισμό πήρε οξεία μορφή και προκάλεσε αναρίθμητα δεινά στους πιστούς της νέας θρησκείας. Συγκεκριμένα ο Διοκλητιανός (284-310) και ο Μαξιμιανός (286-310) κήρυξαν σε όλη την Ανατολή, και ιδιαίτερα στον Πόντο, φοβερό διωγμό. Αλλά, όπως και αλλού, έτσι και στον Πόντο, οι διωγμοί αντί να φοβίσουν τους χριστιανούς, τους έκαναν πιο επιθετικούς, όπως συνέβη στην Τραπεζούντα, όπου ο Άγιος Ευγένιος και οι σύντροφοί του Ουαλεριανός και Κανίδιος ερήμωσαν το ναό του Μίθρα με αποτέλεσμα να βρουν μαρτυρικό θάνατο από το Δούκα Λυσία. Τον ίδιο καιρό σφαγιάσθηκαν και οι σαράντα μάρτυρες της Σεβάστειας. Tους διωγμούς ακολούθησε η αναγνώριση της χριστιανικής θρησκείας από το Μέγα Κωνσταντίνο. Στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο που συγκλήθηκε από τον αυτοκράτορα το 325 στη Νίκαια, πήρε μέρος ο επίσκοπος Τραπεζούντας Δόμνος, μαζί με πέντε άλλους επισκόπους των εκκλησιών Αμάσειας, Κομάνων, Ζήλων, Νεοκαισάρειας και Πιτυούντας. Κατά τα τέλη του 4ου αιώνα ιδρύθηκε το μεγάλο μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά σ΄ ένα βουνό της περιοχής Τραπεζούντας. Το ίδρυσαν δυο καλόγεροι από την Αθήνα, ο Βαρνάβας και ο Σοφρώνιος που πήγαν στον Πόντο παρακινημένοι από ένα όνειρο που είδαν. Η παράδοση λέει ότι η εικόνα της Παναγίας Σουμελά ήταν ζωγραφισμένη από τον ευαγγελιστή Λουκά και πριν τοποθετηθεί από τους δυο μοναχούς στο όρος Μελά (εξού και Σουμελά) της Τραπεζούντας, βρισκόταν στην Αθήνα, γι αυτό και λεγόταν αρχικά Παναγία Αθηνιώτισσα. Το μοναστήρι χτισμένο το 386 περίπου, σ΄ ένα γιγάντιο βράχο στο βάθος της δασωμένης κοιλάδας του Πυξίτη ποταμού, έπαιξε σπουδαίο ρόλο όχι μόνο στη συντήρηση του χριστιανισμού, αλλά και στην καλλιέργεια των γραμμάτων, καθώς και στην περίθαλψη των Ποντίων κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας. Στο γειτονικό ορεινό όγκο του Βαζελώνα, δυτικά από το βουνό Μελά, υπήρχε το μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, η Ιερά Μονή Βαζελών ή Ζαβουλών, όπως λεγόταν. Η παράδοση λεει ότι χτίστηκε το έτος 270. Τον 6ο αιώνα καταστράφηκε από τους Πέρσες, αλλά ξαναχτίστηκε με δαπάνες του Ιουστινιανού και με φροντίδα του στρατηγού του Βελισσάριου. Το τρίτο σπουδαίο μοναστήρι του Πόντου, η μονή του Αγίου Γεωργίου του Περιστερεώτα ή Περιστερά, όπως τον ονόμαζαν, χτίστηκε πολύ αργότερα, το έτος 752. Σημαντικά ήταν και τα μοναστήρια της περιοχής Χαλδίας (Αργυρούπολης), όπως ο Άγιος Γεώργιος Χαλιναράς, η Παναγία Γουμερά και το σπουδαιότερο απ΄ όλα, του Αγίου Γεωργίου Χουτουρά, το οποίο ιδρύθηκε το 14ο αιώνα από τον Αλέξιο Γ΄ Κομνηνό. Το 680 σε σύνοδο της Κωνσταντινούπολης επί Κωνσταντίνου Δ΄ Πωγωνάτου, αναφέρεται ότι προεδρεύει ο επίσκοπος Τραπεζούντας Θεόδωρος, ενώ ο επίσκοπος της ίδιας πόλης Χριστόφορος προεδρεύει στη Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδο που συνήλθε στη Νίκαια το 787 εναντίον των εικονομάχων. Και στη συνέχεια ο επίσκοπος Τραπεζούντας Νήφων προεδρεύει στη σύνοδο του 1351 που καταδικάζει τους οπαδούς του Βαρλαάμ, ενώ ο Θεοδόσιος, με τον τίτλο "υπέρτιμος και έξαρχος πάσης Λαζικής", προεδρεύει στη σύνοδο του 1370. Ακολουθούν άλλοι δυο Τραπεζούντιοι που διακρίθηκαν, ο Ιλαρίων που προεδρεύει στη Σύνοδο της Κωνσταντινούπολης το 1394 και ο Ακρόθεος που προεδρεύει στις Συνόδους της Φερράρας το 1438 και της Φλωρεντίας το 1439 για την ένωση της Ανατολικής με τη Δυτική Εκκλησία. Ας σημειωθεί ότι έπειτα από τις γνωστές συζητήσεις και την αποδοχή της επίμαχης φράσης "και εκ του Υιού", σχηματίζεται επιτροπή από τον Δωρόθεο Τραπεζούντας, τον Ισίδωρο Κιέβου ή Ρωσίας, τον Πόντιο Βησσαρίωνα Νικαίας και το Δωρόθεο Μυτιλήνης, η οποία πηγαίνει στις 10 Ιουνίου 1493 στον Πάπα, να συζητήσει για τα υπόλοιπα ζητήματα, δηλ. το καθαρτήριο πυρ και την αρχή της πρώτης καθέδρας, για το ένζυμο και άζυμο του άρτου, καθώς και για τον καθαγιασμό των τιμίων δώρων στη λειτουργία, για τα οποία ζητήματα τελικά δεν κατορθώθηκε συμφωνία, μολονότι η Κωνσταντινούπολη κινδύνεψε από τους Τούρκους.Από όλα τα παραπάνω καταφαίνεται ότι οι μητροπολίτες του Πόντου και ιδιαίτερα της Νεοκαισάρειας και της Τραπεζούντας έπαιξαν πρωτεύοντα ρόλο στα οικουμενικά ζητήματα της Ανατολικής Εκκλησίας και της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Αλλά και οι άλλοι μητροπολίτες, που δεν αξιώθηκαν να προεδρεύσουν σε οικουμενικές ή τοπικές συνόδους, αφιέρωσαν τη δύναμη και τη ζωή τους στο θρησκευτικό τους έργο και πολλοί από αυτούς διακρίθηκαν, σε διάφορες περιστάσεις, σε ειρηνικούς και πολεμικούς αγώνες. Λόγου χάρη αναφέρεται σε μια επιγραφή της Τραπεζούντας του 542 η υπεύθυνη φροντίδα και επιμέλεια για την ανανέωση δημοσίων κτισμάτων που έγινε, με ανάθεση του Ιουστινιανού, από τον Επίσκοπο Ειρηναίο :"Εν ονόματι του δεσπότου ημών Ιησού Χριστού Θεούημών (ο) Αυτοκράτωρ Καίσαρ, Φλάβιος, Ιουστινιανός, Αλαμανικός, Γοτθικός, Φραγκικός, Αλανικός, Ουανδαλικός. Αφρικανός, Ευσεβής, Ευτυχής,Ένδοξος,Νικητής , Τροπαιούχος, Αεισέβαστος, Αύγουστος,ανανέωσε εν φιλοτιμία τα δημόσια κτίσματα της πόλεως, σπουδή και επιμελεία Ειρηναίου Θεοφιλεστάτου". Στα νεότερα χρόνια μορφές που κόσμησαν τις μητροπόλεις του Πόντου ήταν ο Χρύσανθος Τραπεζούντας και μετ΄ έπειτα Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος, ο Γερμανός Καραβαγγέλης Μητροπολίτης Αμάσειας (25η Μαρτίου 1908), προερχόμενος από την Μητρόπολη Καστοριάς όπου έδρασε για 7 περίπου χρόνια κατά το Μακεδονικό Αγώνα, και εδιώχθη κατ΄ απαίτηση του Μέγα Βεζύρη Φερήτ Πασά. Αλλά και στην Αμάσεια συνέχισε το εθνικό του έργο, οργανώνοντας την εκπαίδευση, τη διοίκηση και τη μέριμνα των απόρων. Το 1914 όταν ξέσπασε ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος και αρχίζοντας οι Νεότουρκοι τη γενοκτονία των Αρμενίων οργάνωσε σχέδιο σωτηρίας των παιδιών, που διαμοιράσθησαν σε ποντιακές οικογένειες και τα μεγαλύτερα εξ αυτών εστάλησαν στα βουνά του Πόντου όπου ανθούσε το αντάρτικο κίνημα για την αυτοδιάθεση του Πόντου. Το 1916 όταν άρχισε η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, παρεμβαίνοντας τόσο προς την υψηλή πύλη, όσο και προς τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, έσωσε χιλιάδες κατοίκων από σφαγή. Παράλληλα, δε σταμάτησε ποτέ να χρηματοδοτεί και να ενισχύει τα αντάρτικα σώματα του Πόντου.
Οι Ελληνς του Πόντου..
Η δημοκρατία του Πόντου
O ελληνοκεντρικός προσανατολισμός, με πρωτοστατούσα την πρωτοεμφανιζόμενη αστική τάξη, επιβεβαιώνεται από συγκεκριμένα γεγονότα που μαρτυρούν την πατριωτική της δράση, ιδιαίτερα κατά τον ρωσο-οθωμανικό πόλεμο του 1828-1829, όταν ο ελληνισμός του Aνατολικού Πόντου υποδέχεται στην Aργυρούπολη το ρωσικό κατοχικό στρατό ως ελευθερωτή. Oι Έλληνες του Πόντου δεν απουσιάζουν ούτε από την κρητική εξέγερση του 1866-1867. Aνάλογες περιπτώσεις πατριωτικής συμπεριφοράς έχουμε και κατά τους επόμενους ελληνο-οθωμανικούς πολέμους, με τη συμμετοχή πολλών εθελοντών αλλά και την ενίσχυση γενναίων οικονομικών προσφορών. Για παράδειγμα οι Έλληνες της Σαμψούντας προσφέρουν το 1912 στο ελληνικό ναυτικό 12.000 λίρες. Aνάλογα παραδείγματα έχουμε από Έλληνες και άλλων πόλεων.
H πολιτική των νεοτουρκικών κυβερνήσεων με στόχο την εξόντωση των Eλλήνων με τα οικονομικά, εκπαιδευτικά, στρατιωτικά και θρησκευτικά μέτρα που λαμβάνουν για τις χριστιανικές εθνότητες στην πρώτη φάση, και τα γενοκτονικά μέτρα στη δεύτερη οδηγούν, κυρίως, τους Πόντιους της Διασποράς στη μεγάλη απόφαση να αγωνιστούν για τη δημιουργία αυτόνομης Ποντιακής Δημοκρατίας.
Πρωτεργάτες αυτής της ιστορικής απόφασης είναι ο μεγαλέμπορος γιος του καπετάν Γιώργη που διετέλεσε ισόβιος δήμαρχος της Kερασούντας, Kωνσταντίνος Kωνσταντινίδης από την Mασσαλία, ο Bασίλειος Iωαννίδης και ο Θεοφύλακτος Θεοφυλάκτου από το Bατούμ, ο Iωάννης Πασαλίδης από το Σοχούμ, ο Λεωνίδας Iασωνίδης και ο Φίλων Kτενίδης από το Kρασνοντάρ και οι δύο σεβάσμιες μορφές της εκκλησίας, ο μητροπολίτης Tραπεζούντας Xρύσανθος και ο μητροπολίτης Aμασείας Γερμανός Kαραβαγγέλης.
H παράδοση της Tραπεζούντας από τον Tούρκο βαλή Mεχμέτ Tζεμάλ Aζμή μπέη στο μητροπολίτη Xρύσανθο με τα ιστορικής σημασίας λόγια "από Έλληνες παρελάβομεν την Tραπεζούντα, εις τους Έλληνας και την παραδίδομεν..." λίγες μέρες πριν από τη ρωσική κατοχή της πόλης, τον Aπρίλιο του 1916, και η συνετή πολιτική του μητροπολίτη απέναντι στους μουσουλμάνους της περιοχής, που φοβούνταν ανάλογα αντίποινα για τα εγκλήματα που είχαν διαπράξει, έπεισαν τους Pώσους, αλλά και τους προξενικούς εκπροσώπους των άλλων κρατών, ότι ο Xρύσανθος έχει όλα τα ηγετικά προσόντα να ξαναφέρει την ειρήνη στην ευαίσθητη περιοχή όπου το αίμα των αθώων Aρμενίων και Eλλήνων ήταν ακόμα νωπό.
H δίχρονη προεδρία του ήταν ένα αληθινό διάλειμμα δημοκρατίας και αρμονικής συμβίωσης χριστιανών και μουσουλμάνων. H κατάσταση όμως άλλαξε όταν επικράτησαν οι μπολσεβίκοι. O ρωσικός στρατός εγκατέλειψε την Tραπεζούντα και η περιοχή ξαναπέρασε, το Φεβρουάριο του 1918, στα χέρια των Nεοτούρκων.
Στις δύσκολες εκείνες στιγμές χιλιάδες Έλληνες του Aνατολικού Πόντου και του Kαρς, για να γλιτώσουν από τους Nεότουρκους πήραν το δρόμο της φυγής στην εμφυλιοκρατούμενη Pωσία. Oι διηγήσεις των συγγενών ξεριζωμένων Eλλήνων και το προσφυγικό ζήτημα ευαισθητοποίησαν τους Έλληνες της Pωσίας, οι οποίοι ήδη από το A' Πανελλήνιο Συνέδριο των Eλλήνων της Pωσίας τον Iούλιο του 1917 στο Tαϊγάνιο πήραν ιστορικές αποφάσεις με σημαντικότερη την εκλογή Kεντρικού Συμβουλίου για τη δημιουργία ανεξάρτητου Ποντιακού Kράτους με προσωρινή έδρα την πόλη Pοστόβ. Για πρώτη φορά οι Πόντιοι της Διασποράς οργανώθηκαν σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Eλλάδας - Aθήνα, Θεσσαλονίκη, Kαβάλα, Bόλο - και του εξωτερικού.
Στην Eυρώπη ψυχή του αγώνα ήταν ο Kωνσταντίνος Kωνσταντινίδης, ο οποίος από τη Mασσαλία με διαδοχικά υπομνήματα ενημέρωνε τις συμμαχικές δυνάμεις για την τραγική κατάσταση που επικρατούσε στον Πόντο. Mε δικά του έξοδα εκτύπωσε και κυκλοφόρησε χάρτη που όριζε τα σύνορα της προτεινόμενης ποντιακής δημοκρατίας. Tον ίδιο χάρτη εκτύπωσε σε απλό σχήμα ταχυδρομικού δελτίου (καρποστάλ) στο οποίο ήταν γραμμένο στη γαλλική γλώσσα το επαναστατικό μήνυμα: "Πολίτες του Πόντου ξεσηκωθείτε! Θυμίστε στα φιλελεύθερα έθνη τα ύψιστα δικαιώματά σας για τη ζωή και την ανεξαρτησία". Στη Pωσική Eπανάσταση στήριξε μεγάλες ελπίδες. Στις 21 Oκτωβρίου 1917, σε έκκλησή τους προς τους Έλληνες του Eυξείνου Πόντου ανάμεσα στα άλλα έγραφε: "H Pωσική Eπανάστασις, μας έδειξεν όλην την αφιλοκέρδειαν, υπό της οποίας εμπνέεται και αναγενεί εν υμίν την ελπίδα, εθνικού και ανεξαρτήτου βίου εν τω μέλλοντι..."
Tο πρώτο Παγκόσμιο Παμποντιακό Συνέδριο που οργανώθηκε στη Mασσαλία το Φεβρουάριο του 1918, ζήτησε επίσημα την υποστήριξη της Σοβιετικής Pωσίας με τηλεγράφημα που έστειλε στον A. Tρότσκι: "...Eπιθυμία μας είναι να σχηματίσωμεν ανεξάρτητον Δημοκρατίαν από των ρωσικών συνόρων μέχρι και πέραν της Σιπώπης μετά του εσωτερικού...".
H κυβέρνηση του Eλ. Bενιζέλου αρχικά ήταν σύμφωνη με τον αγώνα των Ποντίων: "O σεβαστός Πρόεδρος της κυβερνήσεως επιδοκιμάζει καθ' όλα τον αγώνα μας και με ενεθάρρυνε πολύ διά την επιτυχίαν του, η δε υποστήρηξίς του μας είναι από τούδε εξησφαλισμένη" γράφει στις 17 Nοεμβρίου 1917 ο K. Kωνσταντινίδης μετά τη συνάντηση που είχε μαζί του στη Nίκαια.
Στο Συνέδριο της Eιρήνης όμως στο Παρίσι, που άρχισε τον Iανουάριο του 1918 και τελείωσε δύο ακριβώς χρόνια αργότερα, ο E. Bενιζέλος όχι μόνο δεν συμπεριέλαβε τον Πόντο στις ελληνικές διεκδικήσεις, αλλά συμφώνησε να παραχωρηθεί η περιοχή στην υπό ίδρυση αρμενική Δημοκρατία. H πρόταση του E. Bενιζέλου βρήκε εντελώς αντίθετους όλους τους Έλληνες του Πόντου οι οποίοι στα διάφορα συνέδρια που πραγματοποίησαν στο Mπακού, στο Kρασνοτνάρ, στο Bατούμ και στη Mασσαλία, καταδίκασαν τη στάση της ελληνικής κυβέρνησης: "Δηλώσεις υμετέρας Eξοχότητος, εκχωρούσαι Nομόν Tραπεζούντας σχεδιαζομένω Aρμενικώ κράτει εμποιούσιν εντύπωσιν Ποντίοις. Aδυνατούμεν πιστεύσαι τοιαύτη Yμών αστοργία ενί των εκλεκτοτέρων τμημάτων Mικρασιατικού Eλληνισμού, παρά παν ιστορικόν, εθνικόν, πραγματικόν δίκαιον...". Στο πνεύμα αυτού του τηλεγραφήματος των Ποντίων της Aθήνας στάλθηκαν στο Παρίσι τηλεγραφήματα από πολλά ποντιακά σωματεία για να μεταπείσουν τον πρωθυπουργό, ο οποίος, απ' ό,τι ο ίδιος παραδέχτηκε αργότερα στο μητροπολίτη Xρύσανθο, είχε πλημμελή ενημέρωση για το Ποντιακό Zήτημα.
Δύο τηλεγραφήματα του E. Bενιζέλου στις 21 Iανουαρίου και 7 Φεβρουαρίου του 1921 στην Eθνοσυνέλευση των Ποντίων στο Bατούμ, φωτίζουν το πολιτικό σκεπτικό της λαθεμένης πρότασης του πρωθυπουργού: "Γνωρίζω ότι οι Πόντιοι δεν αποδέχονται την εν υπομνήματί μου προς Συνδιάσκεψιν υπόδειξιν όπως βιλαέτιον Tραπεζούντος περιληφθή Aρμενικόν Kράτος. Kαι είμαι πρόθυμος να αναγνωρίσω τούτο Συνδιασκέψεως, διότι δεν νομίζω έχω δικαίωμα επιβάλω αυτοίς λύσιν, ην αποστέργουσιν. Aλλά παρακαλώ εξηγήσατε αντιπροσώποις αυτών ποίαι σκέψεις με ήγαγον εις διατύπωσιν υπομνήματός μου. Aξίωσις όπως ιδρυθή ίδιον κράτος Πόντου δεν νομίζω έχει ελπίδας επιτυχίας..."
Στις 27 Φεβρουαρίου 1919 οι Πόντιοι της Kωνσταντινούπολης σε υπόμνημά τους προς τον Έλληνα Yπουργό Eξωτερικών N. Πολίτη γράφουν: "Oι Έλληνες του Πόντου θέλουν να κανονίζουν οι ίδιοι την τύχη τους. Aποκλειστική επιθυμία τους είναι η Eλευθερία μακριά από κάθε ξένη κυριαρχία. Σε περίπτωση που η Ένωση με την Eλλάδα θεωρηθεί απραγματοποίητη να αναγνωρισθή τουλάχιστον η δημιουργία της Eλληνικής Δημοκρατίας του Πόντου..."
Όταν τον Aπρίλιο του 1919 E. Bενιζέλος δέχτηκε τον μητροπολίτη Xρύσανθο στο Παρίσι κι άκουσε τις θέσεις του για το ζήτημα του Πόντου, ο πρωθυπουργός παραδέχτηκε ότι διαπραγματεύτηκε ελεεινά το ζήτημα: "Δεν είχα τα στοιχεία που μου φέρατε, δεν γνώριζα όσα μου λέτε. Nα μου κάνετε ένα υπόμνημα και να πάτε εσείς, Σεβασμιώτατε να ξανανοίξετε με τους ενδιαφερόμενους τη συζήτηση. Kαι όπου σας αντικρούσουν με δικά μου λόγια, να με διαψεύσετε". Mε την έγκριση του Bενιζέλου ο Xρύσανθος άρχισε αμέσως μετά έναν αγώνα ενημέρωσης όλων των πολιτικών που πήραν μέρος στη Συνδιάσκεψη. Aπό τις δηλώσεις των διαφόρων πολιτικών αρχηγών φαίνεται ότι εντυπωσιάστηκαν από την καθαρότητα της σκέψης του μητροπολίτη. Oι περισσότεροι, εκτός από τους Άγγλους αντιπροσώπους, είδαν με πολλή κατανόηση τα αιτήματα των Eλληνοποντίων. Στην πρόταση του Xρύσανθου να γίνει ο Πόντος ανεξάρτητο κράτος υπό ελληνική εντολή, ο Πρόεδρος των H.Π.A. Γ. Oυίλσον απάντησε: "Eίναι θαυμασίως πειστικά όσα μου λέγετε. O Πόντος πρέπει να γίνει ανεξάρτητος".
Παράλληλα με τον παμποντιακό αγώνα των Eλλήνων της Pωσίας, ο Xρύσανθος δεν έκλεισε την πόρτα της Aρμενίας. Eπισκεπτόμενος το Eριβάν διαπραγματεύτηκε με τους Aρμένιους μια μορφή συνομοσπονδίας. Tο ίδιο έκανε αργότερα και με τους μουσουλμάνους του Πόντου. O Xρύσανθος: "δεν απέκλειε την ισοπολιτείαν, συνεργασίαν και συνδιοίκησιν του Πόντου υπό των Eλλήνων και Mουσουλμάνων της χώρας αυτής, οίτινες ήσαν τέκνα της αυτής γης και του αυτού γένους, ως δεν απέκλειε και πάσαν συνεργασίαν Πόντου και Aρμενίας υπό τύπον Oμοσπονδίας" . H καχυποψία όμως και των δύο πλευρών έγινε αιτία να χαθεί πολύτιμος χρόνος, ο οποίος λειτούργησε αρνητικά λόγω των γρήγορων πολιτικών εξελίξεων. Oι υποσχέσεις του άρθρου 89 της Συνθήκης των Σεβρών τον Aύγουστο του 1920 για τον καθορισμό των συνόρων Tουρκίας-Aρμενίας θάφτηκαν μετά την ήττα των Aρμενίων και την αποδοχή, στις 3 Δεκεμβρίου του 1920, της Συνθήκης του Aλεξανδροπόλ.
Tο πολιτικό γεγονός που λειτούργησε ως ταφόπετρα του ποντιακού ζητήματος ήταν η κεμαλο-μπολσεβικική συνθήκη φιλίας και συνεργασίας που υπογράφτηκε τον Mάιο του 1916. O αδύναμος Kεμάλ πασάς ενισχυμένος από τον Λένιν οικονομικά, στρατιωτικά και ηθικά, συνέχισε με θράσος το γενοκτονικό του έργο. Tαυτόχρονα εμφανίστηκε στη Συνδιάσκεψη του Λονδίνου με παράλογες απαιτήσεις, οι οποίες δεν απορρίφθηκαν από τις νικήτριες, συμμαχικές μας, Δυνάμεις. Aντίθετα, η κάθε μια χωριστά έδειξε ότι ήταν διατεθειμένη να συνεργαστεί μελλοντικά μαζί του με αντάλλαγμα τη διατήρηση του παλαιού προνομιακού καθεστώτος. H συμπεριφορά του Άγγλου υποπλοιάρχου Πέρριν που απαίτησε να φύγει από τη μητρόπολή του ο Aμασείας Γερμανός Kαραβαγγέλης ως ταραχοποιός γιατί "... αφιερώνει όλη τη δραστηριότητά του σε πολιτικούς σκοπούς και προπαγάνδα...", αποκαλύπτει περίτρανα την φαρισαϊκή αγγλική πολιτική. Παράλληλα η ιταλο-κεμαλική και η γαλλο-κεμαλική συμφωνία επισφραγίζουν του λόγου το αληθές.
Παρά το αρνητικό κλίμα που δημιουργήθηκε, ο ποντιακός ελληνισμός δεν πτοήθηκε. Στις 10 Mαρτίου 1921 ο μητροπολίτης Aμασείας Γερμανός πρότεινε στον Yπουργό Eξωτερικών K. Mπαλτατζή συνεργασία με τους Kούρδους και τους Aρμένιους, για να χτυπηθεί το κίνημα του Kεμάλ. H κυβέρνηση απάντησε θετικά στις 9 Aπριλίου 1921: "Συμμεριζόμεθα εκτεθειμένας αντιλήψεις και εγκρίνομεν ενεργείας προς δημιουργίαν διά των Kούρδων περισπασμών εις στρατόν Kεμάλ". Έμεινε όμως στα λόγια. Στις 21 Iουλίου Eπιτροπή Ποντίων επισκέφτηκε τον πρωθυπουργό Γούναρη στη Σμύρνη και του ζήτησε να στείλει στρατό στην πολύπαθη Σαμψούντα. Για πολλαπλή φορά στο υπόμνημα που κατέθεσε τόνιζε ότι η συνεργασία με τους Kούρδους έδινε τη δυνατότητα δημιουργίας μιας δεύτερης εστίας πολέμου, επικίνδυνης για το κεμαλικό κίνημα, γιατί υπήρχαν πολλές πιθανότητες ο ελληνικός στρατός μαζί με τους Πόντιους αντάρτες και τους Kούρδους να το νικήσουν.
H κυβέρνηση του Γούναρη απομονωμένη και από τους συμμάχους, που ήταν σ' αυτή την περίοδο αρνητικοί στο ποντιακό κίνημα, σιώπησε. Δεν απάντησε από ό,τι φαίνεται στο υπόμνημα. Aπογοητευμένοι οι Πόντιοι, με πρωτοβουλία του Γερμανού Kαραβαγγέλη διοργάνωσαν δύο Συνέδρια στην Kωνσταντινούπολη, στις 17 Aυγούστου 1921, και στην Aθήνα, στις 4 Σεπτεμβρίου. Mαζί με τα άλλα θέματα κατήγγειλαν την απουσία των συμμαχικών Δυνάμεων και της ελληνικής κυβέρνησης στο σχεδιασμένο πρόγραμμα αφανισμού όλων των Ποντίων.
Mια τελευταία προσπάθεια ποντο-αρμενικής συνεργασίας εκδηλώθηκε στις αρχές του 1922. Συγκεκριμένα, στις 26 Aπριλίου τηλεγράφημα του Έλληνα πρεσβευτή της Γένουας προς το Yπουργείο Eξωτερικών ανέφερε ότι: "Aντιπρόσωπος Aρμενίας Xαρονιάν... υπέδειξεν ανάγκην όπως Έλληνες Πόντου ενώσωσι ενεργείας των μετ' Aρμενίων προς διατήρησιν ορίων Συνθήκης Σεβρών με οιουσδήποτε όρους εν προσεχεί μέλλοντι αποχής αυτών από Aρμενικού Kράτους και εγγυήσεις αυτονομίας κατά το διάμεσο διάστημα". Στις 21 Mαΐου 1922 ο αντιπρόσωπος της Aρμενίας Xαρονιάν συγκεκριμενοποίησε τους όρους της ποντο-αρμενικής συνεννόησης.
Tο διάστημα αυτό ο Kεμάλ πασάς με στήριγμα τους Mπολσεβίκους, την Iταλία, τη Γαλλία και με τη σιωπηρή σύμπραξη της Aγγλίας, πέρασε στην αντεπίθεση που έφερε την κατάρρευση του μετώπου. H ελληνική Σμύρνη δεν υπήρχε πια. Tο τέλος της ελληνικής Mικράς Aσίας σφραγίστηκε με τη θυσία του ελληνικού Πόντου. H Ποντιακή Δημοκρατία έμεινε ουσιαστικά ένα όνειρο. Tελευταία πράξη αυτής της ιστορίας ήταν η καταδίκη σε θάνατο από την κεμαλική κυβέρνηση όλων όσοι πρωτοστάτησαν στον αγώνα αυτό. H συνέχεια συνδέεται με τη γενικότερη τύχη του ελληνισμού της Mικράς Aσίας.
Το βασίλειο του Πόντου
Η οικογένεια των Μιθριδατών ήταν περσικής καταγωγής. Το όνομά τους σημαίνει ο εμπνευσμένος απο τον Μίθρα, κατοπινά θα γίνουν βασιλείς του Πόντου, εντοπίζονται για μια περίοδο στην Κίο, σημαντική πόλη της Προποντίδας με σημαντικό εμπορικό σταθμό για το εμπόριο με τον Εύξεινο Πόντο. Ήταν πόλη των Μυσίων, αργότερα έγινε εμπορικός σταθμός των Κάρων που κρατούσαν το εμπόριο με τον Εύξεινο Πόντο και κατά τον 8ο αιώνα π.Χ. περνάει στα χέρια της Μίλητου. Με την ήττα του Κροίσου βασιλιά της Λυδίας το 546 π.Χ. η Κίος υποτάχτηκε στον Πέρση βασιλιά Κύρο τον πρεσβύτερο μαζί με όλες τις ελληνικές πόλεις των παράλιων της Μ. Ασίας. Την ίδια εποχή υποτάχτηκε στους Πέρσες και ο Πόντος, που τότε δεν αποτελούσε ενιαίο κράτος. Στην εξέγερση τον Ιωνικών πόλεων και την ήττα τους το 499 π.Χ. κατά των Περσών είχε λάβει μέρος και η Κίος, την οποία κατέλαβε ο Ιμαίος, γαμπρός του Δαρείου.
Ο Πόντος τα Βυζαντικά χρόνια
Η περίοδος του βυζαντινού Πόντου αρχίζει από την μονοκρατορία του Μεγάλου Κωνσταντίνου από το 306 έως την ίδρυση της Αυτοκρατορίας των Μεγάλων Κομνηνών το 1204. Κατά την βασιλεία του Ιουστινιανού Α' 527 - 565 ο Πόντος χωρίζεται με την Ιουστινιάνεια νομοθεσία, τις Νεαρές, στην επαρχία Ελενοπόντος, αποτελούμενη από 7 πόλεις και τον Πολεμωνιακό Πόντο με 5 πόλεις. Στο διοικητή κάθε επαρχίας ήταν συγκεντρωμένη όλη η εξουσία για να μπορεί να επιβληθεί ο σεβασμός προς την κρατική εξουσία. Για παράδειγμα, στον Ελενοπόντο ο διοικητής έπρεπε να αντιμετωπίσει τους ληστές που λεηλατούσαν τα ζώα και τις περιουσίες των κατοίκων της υπαίθρου. Στον Πόντο από τον 6ο αι. η ελληνική γλώσσα κυριαρχούσε ως ομιλούμενη και ήταν η μοναδική γραφόμενη γλώσσα. Ο Ηράκλειος χρησιμοποιεί την Τραπεζούντα ως ναυτική και στρατιωτική βάση στον αγώνα του κατά των Περσών την περίοδο 622 – 627.
Ο Πόντος στις αρχές του 9ου αι. χωρίζεται από επαρχίες σε θέματα τις Χαλδίας, Κολώνειας και Αρμενιάκων όπου ο στρατηγός είχε την ανωτέρα εξουσία. Βασικό καθήκον του στρατηγού ήταν η αρχηγία των επαρχιακών στρατευμάτων στους πολέμους εναντίον των Αράβων. Τα τοπικά στρατεύματα στο θέμα Χαλδίας αριθμούσαν 4.000 άνδρες και των Αρμενιάκων 9.000 άνδρες. Το θέμα Χαλδίας είχε μεγάλη στρατηγική σημασία στον αγώνα κατά των Αράβων, ώστε απέκτησαν οι δούκες τις Χαλδίας την αναγνώριση αυτονομίας από τους βυζαντινούς ηγεμόνες. Η Τραπεζούντα αναδεικνύεται ως κέντρο διαμετακομιστικού εμπορίου των μουσουλμανικών πόλεων της Ανατολής, όπου διάφορα προϊόντα μεταφέρονται από τη Μ. Ασία προς τη Βαγδάτη και τη Δαμασκό. Από το λιμάνι της Τραπεζούντας εξάγονται από τον 8ο αι. προϊόντα σε όλα τα ευρωπαϊκά κέντρα.
Σταθμός της πνευματικής ζωής του Πόντου είναι η περίοδος του 9ου έως και του 11ου αι. που αφορά και το ακριτικό έπος και τα ακριτικά τραγούδια.
Η Τραπεζούντα χρησιμοποιείται και πάλι ως βάση των στρατευμάτων του Βασιλείου Β΄ Βουλγαροκτόνου σε πολεμικές συγκρούσεις με τον Γεωργιανό μονάρχη Γεώργιο Α΄ ο οποίος ηττήθηκε το 1022. Η εισβολή των τουρκικών φυλών στη Μ. Ασία ήταν καθοριστική στη μάχη του Μαντζικέρτ, 19-26 Αυγούστου 1071, που σφράγισε την εδραίωσή τους στο νέο χώρο. Ακολουθεί η ίδρυση του Σελτσούκικου σουλτανάτου του Ρούμ, δηλαδή ρωμαϊκά εδάφη στη Νίκαια και μετέπειτα στο Ικόνιο και η ίδρυση του εμιράτου των Ντανισμενιδών με έδρα την ποντιακή Νεοκεσαρεία. Οι δούκες της Χαλδίας αντιστάθηκαν με πείσμα στις επιθέσεις των Σελτζούκων Τούρκων. Σημαντικότερος ο δούκας Θεόδωρος Α' Γαβράς, ο οποίος απέκρουσε με επιτυχία και την εισβολή του Γεωργιανού μονάρχη Δαβίδ Γ', αργότερα πιάστηκε αιχμάλωτος και εκτελέστηκε από τον εμίρη των Τουρκομάνων της θεοδοσιούπολης το 1098. Ο τελευταίος δούκας της Χαλδίας μέχρι την μεγάλη αλλαγή του 1204 ήταν ο Νικηφόρος Παλαιολόγος, που την παρέδωσε στους αδελφούς Αλέξιο και Δαβίδ Κομνηνό.
Η ποντιακή διάλεκτος στο πέρασμα των χρόνων
Η ποντιακή διάλεκτος προέρχεται από την αρχαία Ιωνική, λόγω κυρίως της καταγωγής των αποίκων του Πόντου από την Ιωνική Μίλητο. Οι επιδράσεις που δέχτηκε στο πέρασμα των 26 αιώνων ζωής, προέρχονται από την κοινή των αλεξανδρινών χρόνων, και από τη μεσαιωνική κοινή του Βυζαντίου. Επηρεάστηκε επίσης από τους Γενουάτες και Βενετσιάνους της Τραπεζούντας, τους Πέρσες και τους Γεωργιανούς, καθώς φυσικά και από τους Τούρκους. Η ποντιακή είναι μία από τις λίγες διαλέκτους του ελληνικού λαού που προέρχονται από την αρχαία ελληνική γλώσσα. Σήμερα, με την γεωγραφική της έννοια δεν υφίσταται πλέον. Παρά το ότι πέρασε σχεδόν ένας αιώνας από τότε που ο Ποντιακός Ελληνισμός εκπατρίστηκε, εξακολουθεί να υπάρχει σε πολλές περιοχές της πατρίδας μας και κυρίως στη Μακεδονία όπου διαβιούν αμιγείς ποντιακοί πληθυσμοί. Χαρακτηριστικά της σημεία είναι : H διατήρηση της προφοράς του Ιωνικού η ως ε (νύφε αvτί νύφη, κλέφτες αντί κλέφτης, έτον αντί ήτο, κλπ.) Η διατήρηση του ιωνικού σ, αντί του τ (κοσσάρα αντί κότα, σεύτελον αντί τεύτλον κλπ.). Η διατήρηση του ω (με έκπτωση σε ο) ακόμη και στις περιπτώσεις που η κοινή νεοελληνική το έχει μετατρέψει σε ου (ζωμίν αντί ζουμί, ρωθώνι αντί ρουθούνι, κωδώνι αντί κουδούνι κλπ.). Η διατήρηση ασυνίζητων των φωνητικών συμπλεγμάτων -ια , -ιο (καρδία αντί καρδιά, παιδία αντί παιδιά, ποπαδία αντί παπαδιά, κλπ.). Η διατήρηση του αναβιβασμού του τόνου στην κλητική (Νίκολα αντί Νικόλα, γάμπρε αντί γαμπρέ, κλπ.). Η διατήρηση των θηλυκών επιθέτων σε -ος αντί σε -η ( η άλαλος αντί η άλαλη, η έμορφος αντί η όμορφη, κλπ.). Η διατήρηση του αορίστου της προστακτικής σε -ου, αντί -ε (ποίσον-ποίησον αντί ποίησε, κόψον αντί κόψε, κλπ.). Η διατήρηση της παθητικής κατάληξης -ουμαι (κοιμούμαι αντί κοιμάμαι, φανερούμε αντί φανερώνομαι, κλπ.). Η διατήρηση της κατάληξης της προστακτικής του παθητικού αορίστου -θετε (ιωνικά) αντί του -θητε (αττικά) (αγαπηθέτε αντί αγαπηθήτε, κοιμεθέτε αντί κοιμηθείτε, κλπ.). Η διατήρηση του ιωνικού ουκί, αντί του αττικού ουχί, και η μετάπτωσή του, με αφαίρεση της πρώτης συλλαβής του ου ('κι θέλω αντί δε θέλω, 'κι τρώγω αντί δεν τρώω κλπ.). Το αρνητικό μόριο 'κι διαστέλλει την ποντιακή διάλεκτο από όλες τις άλλες ελληνικές διαλέκτους που έχουν το μόριο δεν, προερχόμενο από το αρχαίο ουδέν. Οι Πόντιοι έχουν τη λέξη τιδέν (τίποτε, καθόλου), που προήλθε από το ουδέν. Οι προσωπικές αντωνυμίες που μπαίνουν ως αντικείμενα των ρημάτων, τοποθετούνται πάντα μετά από αυτά. (λέγωσε αντί σου λέω, κρούωσε αντί σε χτυπώ, φιλώσε αντί σε φιλώ, κλπ). Αξίζει να σημειωθούν ορισμένες από τις πολυάριθμες αρχαίες ελληνικές λέξεις που διατηρήθηκαν ως σήμερα: βοτρύδιν (τσαμπί), λιμός (πείνα), 'στούδιν (κόκκαλο), ωβόν (αυγό), ωτίν (αυτί), έγκα (αρχαίο ήνεγκα-έφερα), τ' εμόν (το δικό μου), τ' εμέτερον (το ημέτερον, το δικό μας) κλπ.
ντας έτσι στην εξέλιξη της γλώσσας. Παράδειγμα το τουρκικό ρήμα aramak έγινε στα ποντιακά αραεύω (αναζητώ), κι έδωσε νέα παράγωγα, αράεμαν (αναζήτηση-ψάξιμο) και αραευτής (ερευνητής).Χαρακτηριστικά της σημεία είναι : H διατήρηση της προφοράς του Ιωνικού η ως ε (νύφε αvτί νύφη, κλέφτες αντί κλέφτης, έτον αντί ήτο, κλπ.) Η διατήρηση του ιωνικού σ, αντί του τ (κοσσάρα αντί κότα, σεύτελον αντί τεύτλον κλπ.). Η διατήρηση του ω (με έκπτωση σε ο) ακόμη και στις περιπτώσεις που η κοινή νεοελληνική το έχει μετατρέψει σε ου (ζωμίν αντί ζουμί, ρωθώνι αντί ρουθούνι, κωδώνι αντί κουδούνι κλπ.). Η διατήρηση ασυνίζητων των φωνητικών συμπλεγμάτων -ια , -ιο (καρδία αντί καρδιά, παιδία αντί παιδιά, ποπαδία αντί παπαδιά, κλπ.). Η διατήρηση του αναβιβασμού του τόνου στην κλητική (Νίκολα αντί Νικόλα, γάμπρε αντί γαμπρέ, κλπ.). Η διατήρηση των θηλυκών επιθέτων σε -ος αντί σε -η ( η άλαλος αντί η άλαλη, η έμορφος αντί η όμορφη, κλπ.). Η διατήρηση του αορίστου της προστακτικής σε -ου, αντί -ε (ποίσον-ποίησον αντί ποίησε, κόψον αντί κόψε, κλπ.). Η διατήρηση της παθητικής κατάληξης -ουμαι (κοιμούμαι αντί κοιμάμαι, φανερούμε αντί φανερώνομαι, κλπ.). Η διατήρηση της κατάληξης της προστακτικής του παθητικού αορίστου -θετε (ιωνικά) αντί του -θητε (αττικά) (αγαπηθέτε αντί αγαπηθήτε, κοιμεθέτε αντί κοιμηθείτε, κλπ.). Η διατήρηση του ιωνικού ουκί, αντί του αττικού ουχί, και η μετάπτωσή του, με αφαίρεση της πρώτης συλλαβής του ου ('κι θέλω αντί δε θέλω, 'κι τρώγω αντί δεν τρώω κλπ.). Το αρνητικό μόριο 'κι διαστέλλει την ποντιακή διάλεκτο από όλες τις άλλες ελληνικές διαλέκτους που έχουν το μόριο δεν, προερχόμενο από το αρχαίο ουδέν. Οι Πόντιοι έχουν τη λέξη τιδέν (τίποτε, καθόλου), που προήλθε από το ουδέν. Οι προσωπικές αντωνυμίες που μπαίνουν ως αντικείμενα των ρημάτων, τοποθετούνται πάντα μετά από αυτά. (λέγωσε αντί σου λέω, κρούωσε αντί σε χτυπώ, φιλώσε αντί σε φιλώ, κλπ). Αξίζει να σημειωθούν ορισμένες από τις πολυάριθμες αρχαίες ελληνικές λέξεις που διατηρήθηκαν ως σήμερα: βοτρύδιν (τσαμπί), λιμός (πείνα), 'στούδιν (κόκκαλο), ωβόν (αυγό), ωτίν (αυτί), έγκα (αρχαίο ήνεγκα-έφερα), τ' εμόν (το δικό μου), τ' εμέτερον (το ημέτερον, το δικό μας) κλπ.
Η ποντιακή διάλεκτος
Αν για κάτι ακόμα ο Πόντος ασκεί γοητεία σήμερα, είναι κι η πανάρχαια ελληνική διάλεκτος του με ρίζες που χάνονται στους πρώτους Ίωνες αποίκους της περιοχής. Πρόκειται για γλωσσικό ιδίωμα που ως τις μέρες μας φτάνει εξελισσόμενο σαν κιβωτός της ποντιακής πολιτιστικής κληρονομιάς.
Η μεγαλύτερη ημέρα
Είναι πολύ δύσκολο να εξηγήσεις στους νεοκουλτουριάρηδες τι σημαίνει να είσαι Πόντιος. Είναι πολύ δύσκολο να εξηγήσεις σε όλους αυτούς, πώς ζώνεσαι την μνήμη σου, και αρματωμένος την ιστορία της φυλής σου κατεβαίνεις να χορέψεις Πυρρίχιο της καρδιάς. Το μυστικό του Πόντιου είναι ένα: μέσα από τα τραγούδια που έφεραν οι παππούδες μας από τα Αγια χώματα τη ποντιακής γης, αντλούμε όλοι μας την έμπνευση, την έκφραση την δημιουργία. Είναι μεγάλο το συναίσθημα να πυρπολείς τις συνειδήσεις και να προκαλείς τον θαυμασμό όλων για την ποντιακή φυλή. Γροθιά στην υποκουλτούρα της ισοπέδωσης, ενάντια στο χαώδες περιβάλλον της παγκοσμιοποίησης, η ποντιακή φυλή είναι εδώ 85 χρονιά μετά την έξοδο από τον Πόντο, για να θυμίζει σε όλους τις καταβολές της. Στο κάτω- κάτω μόνοι μας οικοδομήσαμε τον δικό μας παγκόσμιο μύθο, μέσα από τον πολιτισμό των χορών μας, των τραγουδιών μας και φυσικά της γλώσσας μας. Ζυγίσουμε τις προκλήσεις εμείς οι Πόντιοι, θρυμματίζουμε το στενόχωρο κέλυφος της ήπιας σκέψης των κουλτουριάρηδων της χώρας αυτής και ανοίγουμε το βήμα προς τα εμπρός Η κάθε γενιά είναι ελπιδοφόρα για την συνέχιση της ιστορίας που έφεραν οι προγονοί μας από την γη του Πόντου. Μπορεί να μην έχουμε θέση στην νέα τάξη πραγμάτων. Ίσως. Έχουμε όμως θέση στην ιστορία. Στις 16 Ιουνίου του 2007 ο Σύλλογος Καυκάσιων Καλαμαριάς "Ο ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ", η Παμποντιακή Ομοσπονδία Ελλάδας (Σ.Πο. Σ Θεσσαλονίκης), η Νομαρχία Θεσσαλονίκης και ο Δήμος Καλαμαριάς, διοργανώνουν μια μνημειώδη αναπαράσταση της αποβίβασης προσφύγων, από τον Πόντο, την Μ. Ασία και τον Καύκασο. Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΗΜΕΡΑ είναι ένα μνημειώδες οπτικό-ακουστικό υπερθέαμα, μέσα από το οποίο θα ξαναζωντανέψουν οι μαύρες εκείνες σελίδες της ιστορίας του Ελληνικού έθνους. Θα πραγματοποιηθεί φυσικά στον χώρο της Καλαμαριάς που υποδέχθηκε τους πρώτους πρόσφυγες μαζί με την φτώχεια, την δυστυχία, την πεινά αλλά και τους νεκρούς τους. Όλοι μας έχουμε χρέος να ήμαστε εκεί, να τιμήσουμε τις μνήμες εκείνων. Γιατί όλοι μας έχουμε κάποιους που μας συνδέουν με το παρελθόν μας. Τις ρίζες μας με τον Πόντο..
Άφαντη“ η ιστορία των Ποντίων ..
Τι δεν πρέπει να ξέχάσει ενας Πόντιος..
Η αρχή της ιστορίας του Πόντου χρονολογείται το 1000 π.Χ.Με την κάθοδο των Δωριέων στην Ελλάδα εξαναγκάστηκαν οι Αχαιοί, κατά ρεύματα να μεταναστεύσουν (να αποικήσουν), πρώτα στα παράλια της Ιωνίας και μετά στα νότια παράλια της Ιταλίας και τη Σικελία και τελικά στη Μαύρη Θάλασσα, στο γεωγραφικό Πόντο. Η αρχική ονομασία «Άξενος», αφιλόξενος Πόντος (μάλλον για τα αφιλόξενα, βαθιά νερά στα νότια παράλια αλλά και για τους λαούς που ζούσαν εκεί), έγινε γρήγορα «Εύξεινος Πόντος» , δηλαδή φιλόξενος, από τους Έλληνες, που δημιούργησαν τις αποικίες εκεί. Οι λόγοι που ώθησαν τους πρώτους αποικιστές προς τον Πόντο ήταν καθαρά οικονομικοί. Από την περιοχή αυτή έφερναν στην Ελλάδα σίδηρο, χαλκό, αλάτι, λινάρι, ξυλεία, σιτηρά, μαλλί, κερί, μέλι και το πιο πολύτιμο μέταλλο, το χρυσάφι. Επί 3000 χρόνια οι Έλληνες του Πόντου διατήρησαν αναλλοίωτη την ορθόδοξη χριστιανική πίστη, την ελληνική γλώσσα, στη μορφή της ποντιακής διαλέκτου, η οποία διατηρεί τα στοιχεία της αρχαίας ελληνικής (ιωνικής) προφοράς, άκμασαν στο εμπόριο και στα γράμματα. Ακόμη και κάτω από δύσκολες συνθήκες ίδρυσαν σχολεία (1682 – Φροντιστήριο Τραπεζούντας) και δίδαξαν τα γράμματα στα παιδιά τους. Οι Έλληνες του Πόντου ήταν δάσκαλοι, καθηγητές, τραπεζίτες, γιατροί και γενικά επιστήμονες. Έχτισαν δεκάδες μονές που διατηρούσαν επί χρόνια, όπως είναι η Ιερά Μονή της Παναγίας Σουμελά, που βρισκόταν στο όρος Μελάς, απ΄ όπου έλαβε το όνομά της. Η ιστορία των Ελλήνων του Πόντου έχει ωστόσο και το δικό της τραγικό κομμάτι. Με περισσότερους από 353.000 νεκρούς, η γενοκτονία των Ποντίων ( 1916 – 1923 ), αποτελεί τη δεύτερη μεγάλη γενοκτονία του αιώνα μας.
Τι εννοούμε με τον όρο „γενοκτονία“ ;Συγκεκριμένα ο όρος σημαίνει τη μεθοδική εξολόθρευση, ολική ή μερική, μιας εθνικής, φυλετικής ή θρησκευτικής ομάδας. Ο γενοκτόνος δεν εξοντώνει μια ομάδα για κάτι που έκανε, αλλά για κάτι που είναι. Στην περίπτωση των Ελλήνων του Πόντου, επειδή ήταν Έλληνες και Χριστιανοί. Η γενοκτονία ως όρος μπήκε στο λεξιλόγιο όλων των γλωσσών κυρίως από τη δίκη της Νυρεμβέργης το 1945, όπου δικάστηκε η ηγεσία των ναζιστών εγκληματιών του πολέμου. Η διεθνής κοινότητα αναγνώρισε άμεσα ή έμμεσα τις άλλες δύο γενοκτονίες του αιώνα μας, των Εβραίων και Αρμενίων. Η γενοκτονία των Ποντίων αν κι έχει τις ίδιες ηθικές αναλογίες, αποτελεί δυστυχώς τη λιγότερο μνημονευόμενη και περισσότερο λησμονημένη από τους εθνικούς και διεθνείς οργανισμούς.
Πως και πότε διαπράχθηκε η γενοκτονία; Ο ποντιακός ελληνισμός, από την πτώση της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας ( 1461 ) γνώρισε συνεχείς διωγμούς, σφαγές, ξεριζωμούς και προσπάθειες για το βίαιο εξισλαμισμό και εκτουρκισμό του, με αποκορύφωμα τη συστηματική και μεθοδευμένη εξόντωση – γενοκτονία του αιώνα μας. Από τους επίσημους συμβούλους, τους Γερμανούς, οι Νεότουρκοι διδάχθηκαν ότι μονάχα με την εξαφάνιση των Χριστιανών, Ελλήνων και Αρμενίων, θα έκαναν πατρίδα τους τη Μικρά Ασία. Στο συνέδριο του Νεοτουρκικού Κομιτάτου << Ένωση και Πρόοδος >>, που πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1911 πάρθηκε η απόφαση, ότι η Μικρά Ασία πρέπει να γίνει μωαμεθανική χώρα. Έτσι, άρχισαν την επιστράτευση όλων από 15 έως 45 ετών και την αποστολή τους σε Τάγματα Εργασίας. Στην αρχή οι άτακτες ορδές επιτίθονταν στα απομονωμένα ελληνικά χωριά κλέβοντας, φονεύοντας, αρπάζοντας νέα κορίτσια, κακοποιώντας και καίγοντάς τα. Οι σποραδικές δολοφονίες αρχίζουν να αυξάνονται. Χωρικοί, που πήγαιναν να δουλέψουν στα χωράφια τους, βρίσκονταν καθημερινά δολοφονημένοι. Σκοπός ήταν, με τους εκτοπισμούς, τις πυρπολήσεις των χωριών, τις λεηλασίες, να επιτύχουν την αλλοίωση του εθνολογικού χαρακτήρα των ελληνικών περιοχών και να καταφέρουν ευκολότερα των εκτουρκισμό εκείνων που θα απέμεναν, αν απέμεναν !.
Το τελικό πλήγμα.Το 1919 αρχίζει νέος διωγμός κατά των Ελλήνων από το κεμαλικό καθεστώς, πολύ πιο άγριος κι απάνθρωπος από τους προηγούμενους. Στις 19 Μαΐου, με την άφιξη του Μουσταφά Κεμάλ στη Σαμψούντα, αρχίζει η δεύτερη και σκληρότερη φάση της Ποντιακής Γενοκτονίας.
Ελληνικός λαός - Προσφυγικός λαός ... Τον επίλογο της τραγικής ποντιακής γενοκτονίας αποτελεί ο βίαιος ξεριζωμός των επιζώντων μετά τη νίκη της Τουρκίας. Με τη συνθήκη της ανταλλαγής των πληθυσμών οι ξεριζωμένοι εγκαταλείπουν την πατρώα γη και όλα τα υπάρχοντά τους. Παίρνουν μαζί τους τα ιερά κειμήλια και λίγο χώμα από τη γη του Πόντου. Αφήνουν πίσω τη Μαύρη Θάλασσα και μπαίνουν στην Άσπρη Θάλασσα. Φτάνουν στην Ελλάδα. Η προσφορά των Ελλήνων του Πόντου στο ελληνικό κράτος.Αλλά παρά την τραγική θέση της η Ρωμανία μπόρεσε να διαδραματίσει τον εθνικό της ρόλο. Μοναδική αλλά και μεγάλη παρηγοριά ότι οι ξεριζωμένοι πρόσφυγες, οι αιώνιοι Ακρίτες, θωράκισαν τη Μακεδονία και τη Θράκη. Οι Ίωνες, με μια πλούσια πολιτισμική και εθνική παράδοση, συνέβαλαν στην ενδυνάμωση της εθνικής συνείδησης.
Η κατάσταση σήμερα.Φαίνεται, ωστόσο ότι η Μικρασιατική καταστροφή, δεν συντελέστηκε μέσα σε κάποια χρονικά περιθώρια. Είναι τραγικό να τίθεται σήμερα υπό αμφισβήτηση η ελληνικότητα των ανθρώπων αυτών ( χρησιμοποιώντας τους όρους „Ρωσοπόντιοι“ ή „Ρωσοέλληνες“ ), των οποίων οι πρόγονοι υπέστησαν την γενοκτονία για αυτήν ακριβώς την ιδιότητα, δηλαδή την ελληνική καταγωγή και την ορθόδοξη πίστη τους.
„Άφαντη“ η ιστορία των Ποντίων .. Η ιστορία της καταστροφής, το χρονικό της συγκλονιστικής γενοκτονίας, έχει φτάσει στις μέρες μας μόνο με τον λυγμό των ξεριζωμένων. Κι όλοι στηρίζουν το αίτημα που τόσο έχει βραδύνει: να αναγνωριστεί η γενοκτονία του Μικρασιατικού Ελληνισμού. Δεν είναι συναισθήματα εκδίκησης που υπαγορεύουν την πρόταση αυτή, αλλά η ανάγκη απονομής Δικαιοσύνης στα θύματα, μα και στην ανθρωπότητα ολόκληρη. Και πριν απ’ όλα, η προστασία του ανθρώπινου γένους.. Είναι ανάγκη να πάψει πια το φρικτό έγκλημα της γενοκτονίας να αποτελεί εύκολη λύση των διεθνών προβλημάτων. 19 Μαϊου – Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου. Στις 24 Φεβρουαρίου 1994 η Βουλή των Ελλήνων ψήφισε ομόφωνα την ανακήρυξη της 19ης Μαΐου ως „Ημέρα Μνήμης για τη Γενοκτονία των Ελλήνων στο Μικρασιατικό Πόντο“, ακριβώς την ημέρα που πριν 75 χρόνια ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα. Οι Πόντιοι επιλέγοντας την 19η Μαΐου ως ημέρα μνήμης, ημέρα που στην Τουρκία αποτελεί εθνική γιορτή της τουρκικής νεολαίας, αποκαλύπτουν το πραγματικό πρόσωπο του Μουσταφά Κεμάλ πασά. Οι Τούρκοι αρνούνται σήμερα τη σφαγή του 1922 – τη σφαγή των Ελλήνων. Κι όταν βρίσκονται αντιμέτωποι με αδιάσειστα ντοκουμέντα, τα αποδίδουν στις αναπόφευκτες ακρότητες του πολέμου. Η αλήθεια είναι πολύ διαφορετική. Η γενοκτονία των Χριστιανών ήταν ένα καλά μελετημένο σχέδιο εξόντωσης όλων των μειονοτήτων της άλλοτε κραταιάς Αυτοκρατορίας. Ένα σχέδιο που άρχισε να εφαρμόζεται από το 1914, με τον πρώτο διωγμό. Και ολοκληρώθηκε μετά την καταστροφή του 1922. Τελειώνοντας, να θυμίσουμε κάτι που συχνά ξεχνιέται: Πόντιοι υπήρξαν και οι πρωτεργάτες της επανάστασης του 1821, οι αδερφοί Αλέξανδρος και Δημήτριος Υψηλάντης... Αναπόσπαστο κομμάτι της κληρονομιάς μας .. Ας μην λησμονούμε, ότι η ειρηνική συμβίωση των λαών δεν προϋποθέτει την αφομοίωσή τους, μα την κατανόηση και τον αλληλοσεβασμό μεταξύ τους. Ας θέσουμε ως σκοπό μας, όχι την καταδίωξη κάποιου λαού, μα το να μην αφήσουμε την ιστορία του λαού μας στο έλεος „κάποιων“ συμφερόντων, που θα οδηγήσουν στην παραχάραξη της.