Στα χώματα του Πόντου μάνα, έριξα τα τελευταία δάκρυα της καρδιάς μου. Στέγνωσαν τα σωθικά μου από τον πόνο. Ειδα τα κάστρα του Πόντου να υποχωρουν να γκρεμίζονται.
Από τα νερά του Βόσπορου θα πιω να δροσιστώ. Τα δάκρυα της καρδιάς μου Μάνα,ακόμη και τώρα πέφτουν, αλλά οχι μάταια.
Από τα νερά του Βόσπορου θα πιω να δροσιστώ. Τα δάκρυα της καρδιάς μου Μάνα,ακόμη και τώρα πέφτουν, αλλά οχι μάταια.
Ο παλιός κόσμος χαθηκε,γονάτισε και εσβησε στον δρομο των δακρύων, στον δρομο της εξόδου απο τον Πόντο.
Πολύς ο καιρός στις σκιές, σκοτεινά τα τελευταία τους όνειρα. Τα λουλούδια φυτρώνουν ακόμα στα βουνά του πόντου για εκεινους.
Αλίμονο σε εκείνους Μάνα, που έλαχαν οι ζοφερές εκείνες ημέρες. Οι νέοι πεθαίναν και οι γέροι έμειναν πίσω να μαραζώνουν.
Πολλοί έζησαν για να δουν τις τελευταίες ημέρες της φυλής μας. Αλίμονο ,Μάνα, η σκοτεινιά βασίλευε στις καρδιές όλων μας, εκείνες τις κρύες μέρες του 22.. Οι πατεράδες έθαψαν τα παιδιά τους, τα βουνά ράγισαν από τον πόνο και το κλάμα των μανάδων.
Και τώρα εμείς αναζητούμε τον δρόμο για τις αίθουσες των προγόνων μας. Κοίτα μάνα τα παιδιά σου χορεύουν ακόμα, το χορό της λεβεντιάς και της παλικαριάς, στα χώματα που ρίζωσαν. Ποτέ δεν ξέχασαν Μάνα εκείνους που κράτησαν τους δεσμούς του οίκου μας. Αυτό δεν είναι το τέλος Μάνα, είναι η αρχή....